Ένα από τα αρχαιότερα κείμενα, η Οδύσσεια έρχεται να τεκμηριώσει αυτή τη θέση. Από τη μία η ξένη γη και οι ξένοι παρουσιάζονται ως κάτι το απωθητικό και τρομακτικό (ως βάρβαρη και αφιλόξενη παρουσιάζεται η χώρα των Λωτοφάγων και των Κυκλώπων), είτε ως ένας τόπος, όπου πραγματοποιούνται οι φαντασιώσεις περί παραδείσου (π.χ. οι Φοίνικες και οι Αιγύπτιοι). Ερωτικές επιθυμίες και πόθοι μεταφέρονταν κατά αυτό το τρόπο σε κατοίκους ξένων χωρών, με αποτέλεσμα να δικαιολογούνται οι προσωπικές, κοινωνικά μη επιτρεπτές επιθυμίες, να παρουσιάζονται οι ξένοι ως ανήθικοι, ακάθαρτοι και αισθησιακοί ή να αιτιολογείται απόλυτα η κατάκτηση της ξένης χώρας ή του ξένου.

  Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πάρα πολλά σε διασωθέντα κείμενα. Στα πρώτα π.χ. χριστιανικά χρόνια οι εικόνα του βαρβάρου και των λαών που ζουν ελεύθεροι στη φύση μετατρέπονται σε ειδωλολάτρες, όπως διαφαίνεται από θρησκευτικά κείμενα της εποχής. Στο μεσαίωνα οι ξένοι είναι συνδεδεμένοι κατά κύριο λόγο με τη φαντασίωση του «πολύτιμου άγριου», που ζει κοντά στη φύση, μακριά από τον πολιτισμό, που ικανοποιεί τα πάθη και την ανάγκη του για ελευθερία και πρέπει να εκπολιτισθεί, πράγμα που αφήνει να διαφανεί η έντονη επήρεια της εβραϊκής και χριστιανικής παράδοσης.

  Τα κείμενα της εποχής της Αναγέννησης άλλαξαν σε σχέση με την εικόνα του εξωτικού «άλλου», κατά κύριο λόγο εξαιτίας των μακρινών ταξιδιών που πραγματοποιήθηκαν εκείνη την εποχή. Εάν λάβει κανείς υπόψη του κείμενα ταξιδιωτών της τότε εποχής θα καταλάβει πως η εικόνα του ξένου δεν εμπεριείχε μόνο την τάση για κατάκτηση των ιθαγενών (π.χ. Ινδιάνοι), αλλά συνδεόταν άμεσα και με την ερωτική επιθυμία. Ένα από τα ισχυρότερα μοτίβα σε αυτά τα κείμενα είναι ο πολιτιστικά εξουθενωμένος Ευρωπαίος, που θέλει να «κατακτήσει» τους ιθαγενείς, που ζουν κοντά στη φύση και είναι ερωτικά απελευθερωμένοι, σε σχέση με του πουριτανούς ευρωπαίους. Αυτή η εικόνα ενισχύεται με τα χρόνια (17ος και 18ος αιώνας) όλο και περισσότερο και υπάρχει παράλληλα με την ύπαρξη τεράτων και γιγάντων. Δημοφιλείς τόποι όπου στρεφόταν το ενδιαφέρον των τότε ταξιδιωτών ήταν τα νησιά του Ειρηνικού και τα ανατολίτικα χαρέμια.

              Ενώ όμως μέχρι τότε υπήρχε μία θετική εικόνα για τον ξένο που ζει κοντά στη φύση, αυτή η εικόνα έρχεται να αλλάξει το 19ο αιώνα. Ο ξένος γίνεται πλέον το αντικείμενο του ιμπεριαλιστικού ενδιαφέροντος των χωρών κυρίως της Ευρώπης και χρησιμεύουν ως μοντέλο κριτικής για την πολιτισμένη Ευρώπη. Οι ξένοι χάνουν σύμφωνα με τον Κολ, τον ερωτικό χαρακτήρα της βουκολικής τους αθωότητας. Ακόμα υπάρχει η εικόνα του homme naturel, όπως αυτή παρουσιάστηκε από τον Ρουσσώ, αλλά ο Δαρβινισμός, η Εθνολογία, ο Αντισημιτισμός καθώς και τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα χωρών της Ευρώπης δημιουργούν μία δισήμαντη εικόνα του ξένου. Τα βιολογικά, σεξουαλικά και ανατομικά του χαρακτηριστικά συνδέονται για πρώτη φορά με τα χαρακτηριστικά του πολιτισμού του. Έτσι έχουμε για παράδειγμα μέχρι και στις αρχές του 20ου αιώνα το φαινόμενο των εκθέσεων ιθαγενών σε χώρες τις Ευρώπης (εκθέσεις σε ζωολογικούς κήπους, όπου εκτίθενται «δείγματα ξένων», τους οποίους φέρνουν μαζί τους οι ευρωπαίοι ταξιδιώτες).

            Χαρακτηριστικό είναι πως πολλά από αυτά τα στερεότυπα μεταφέρονται και διατηρούνται και κατά τη διάρκεια του 20ο αιώνα. Στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία των αρχών του 20ου αιώνα (κυρίως στον εξπρεσιονισμό) εκφράζεται η ανάγκη των Eυρωπαίων να ταξιδέψουν και να αποκτήσουν νέους ορίζοντες. Ωστόσο οι «ξένοι» παρουσιάζονται πλέον ως κατώτεροι, αφού αυξάνεται συνεχόμενα το φαινόμενο της μετανάστευσης και της εκδίωξης λαών από τις πατρίδες τους (ας μην ξεχνάμε το μοτίβο των χαμένων πατρίδων στην ελληνική λογοτεχνία), ο αντισημιτισμός λαμβάνει τρομακτικές διαστάσεις, με αποτέλεσμα να αυξηθεί έντονα η ξενοφοβία και η καταδίωξη των «ξένων», που θεωρούνται σε πολλές περιπτώσεις υπαίτιοι για την κακή οικονομική και κοινωνική κατάσταση. Εκτός αυτού και σε αυτή την περίπτωση τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά χρησιμοποιούνται ως προπαγάνδα για την καταδίωξή τους (π.χ. η εικόνα της belle juife, που όπως τόνισε ο Σάρτρ παρουσιάζεται ως γοητευτική, αισθησιακή και παράλληλα ως η γυναίκα που εκπέμπει κάτι σαν οσμή βιασμού και κακοποίησης). Την εμπειρία του «ξενιτεμού» και την αίσθηση ότι οι ίδιοι είναι «ξένοι» έκαναν και αρκετοί συγγραφείς, που εκδιώχθηκαν από τις χώρες τους (κυρίως Εβραίοι). Αυτές οι εμπειρίες τους αποτέλεσαν το βασικό μοτίβο του συγγραφικού τους έργου τα επόμενα χρόνια.

         Μετά το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου οι συγγραφείς πέφτουν κατά κάποιο τρόπο σε μία εποχή λήθης, ίσως για να ξεχάσουν τα δεινά του πρόσφατου πολέμου. Αναφέρονται σε θέματα κυρίως προσωπικών εμπειριών του πολέμου ή και της προσωπικής τους καταδίωξης. Ωστόσο το «ξένο» ωραιοποιείται και εκφράζεται η εικόνα του «εξωτικού» ξένου στη λογοτεχνία, που βοηθά να ξεχαστούν όλες αυτές οι φριχτές εικόνες του άμεσου παρελθόντος.

              Αυτή την εικόνα έρχεται να αλλάξει το κίνημα του ’68 στην Ευρώπη. Παρατηρείται ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ζωή και τις μορφές διαβίωσης σε ξένες χώρες και ξένων λαών. Το κίνημα του Μάη δείχνει τον παγκόσμιο χαρακτήρα του, με αποτέλεσμα οι διάφοροι λαοί να μην ενδιαφέρονται μόνο για προβλήματα στη χώρα τους αλλά να δείχνουν ενδιαφέρον για τα πεπραγμένα σε «ξένες» ή «μακρινές» χώρες, δηλαδή για «ξένους» πολιτισμούς (π.χ. χώρες του «τρίτου» κόσμου). Επίσης τέθηκε υπό αμφισβήτηση η σκέψη της «δυτικής» υπεροχής. Το ενδιαφέρον για μακρινά ταξίδια και για τον τουρισμό αναζωπυρώνεται και εκφράζεται κυρίως το ενδιαφέρον για τις κοινωνικές δομές των «άλλων» χωρών. Χαρακτηριστικό είναι και το κίνημα της οικονομικής μετανάστευσης (π.χ. μετανάστευση στη Γερμανία, στην Αμερική). Όλα αυτά δίνουν αρκετό υλικό για τους νέους πλέον συγγραφείς. Και παρόλο που εξαιτίας της στροφής προς τον κοινωνικό χαρακτήρα του «ξένου» θα περίμενε κανείς να εξαλειφθεί η εικόνα του ερωτικού ξένου, όλα αυτά συνδέονται και πάλι κατά έναν ιδιαίτερο τρόπο, είτε με την μορφή του «λατίνου εραστή» και μετανάστη, είτε με την μορφή της εξωτικής καλλονής από το Βορρά ή αντίστοιχα από το Νότο, είτε με την έννοια του σεξ-τουρισμού σε ανατολικές κυρίως χώρες.

              Πολλοί είναι οι συγγραφείς που επεξεργάστηκαν τέτοιες θεματολογίες στα κείμενά τους, που αν τα διαβάσουμε μας αφήνουν να φτάσουμε κυρίως στο ακόλουθο συμπέρασμα, πως παρόλο που το ενδιαφέρον για τους «ξένους» πολιτισμούς έχει αρχίσει να διαφαίνεται μέσα στα μοντέρνα κείμενα και ο «ξένος» παρουσιάζεται σαν κάποιος με ίσα δικαιώματα και που χρήζει σεβασμού και εκτίμησης (εξαιρούνται βέβαια εδώ προπαγανδιστικά κείμενα), παρουσιάζονται κατά κύριο λόγο τα προβλήματά του και μία διάθεση σεβασμού, παρόλα αυτά εμφανίζονται ακόμα παλιά στερεότυπα, που συχνά συσχετίζονται με τον ερωτισμό και την εξωτική ομορφιά που εκπνέει ο «ξένος».

  Ιωάννα Κασίμη